ΕΚΠΤΩΣΗ 10% ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΤΙΤΛΟΥΣ ΜΑΣ

Διαγωνισμός "Μια νέα αρχή": Το διήγημα του νικητή

  • Διαγωνισμός "Μια νέα αρχή": Το διήγημα του νικητή

Οι εκδόσεις Βιβλιοπηγή ευχαριστούν όλους τους συμμετέχοντες για τα εκατοντάδες αξιόλογα διηγήματα που λάβαμε.

Η επιλογή του νικητή ήταν μια δύσκολη διαδικασία, καθώς την καρδιά μας έκλεψαν πολλά διηγήματα. Η πρωτότυπη πλοκή πάντα μας ενθουσιάζει ενώ το λογοτεχνικό ύφος των διηγημάτων αγγίζει την ευαίσθητη πλευρά της καρδιάς μας.

Το κείμενο που ξεχώρισε πραγματικά ανάμεσα σε όλες τις συμμετοχές ήταν το διήγημα του Βασίλη Αθανασιάδη! Συγχαρητήρια στον νικητή του διαγωνισμού!

Όμως, στις εκδόσεις Βιβλιοπηγή θέλουμε πάντα να επιβραβεύουμε τους συγγραφείς που διαθέτουν εξαιρετικό συγγραφικό ταλέντο. Έτσι, στο λογοτεχνικό διαγωνισμό μας θα διακριθούν άλλοι 8 συγγραφείς που μας ενθουσίασαν με την πλοκή τους και τον τρόπο γραφής τους. Μπορείτε να δείτε αναλυτικά τα αποτελέσματα του διαγωνισμού εδώ

Ας διαβάσουμε, όμως, τώρα το συγκινητικό διήγημα του νικητή!


Το ξυπνητήρι χτύπησε πολλές φορές, αλλά δεν κατάφερε να ξυπνήσει τον Ανδρέα. Την προηγούμενη μέρα κυκλοφορούσε ως αργά το βράδυ στην παραλία της περιοχής. Τον βοηθούσε ο περίπατος δίπλα στη θάλασσα. Ήταν ένα είδος διαλογισμού για εκείνον. Έπαιρνε τη φωτογραφική του μηχανή, απαθανάτιζε τη δύση του ηλίου και τη θάλασσα για ώρες. Εκείνες τις στιγμές ένιωθε ήρεμος, απαλλαγμένος από κάθε πρόβλημα της καθημερινότητας. Του δινόταν η δυνατότητα να οργανώσει τις συγκεχυμένες σκέψεις του που παρουσίαζαν κάποια αλόγιστα κενά από την ημέρα που έχασε τη μητέρα του.

Ήταν μέρα σχολείου, όμως, και ο Ανδρέας έπρεπε να σηκωθεί από το κρεβάτι. Αγουροξυπνημένος όπως ήταν, έβαλε πρόχειρα το μπλε σκούρο τζιν του με τη μαύρη φούτερ του, πήρε την «άδεια» τσάντα του όπως την χαρακτήριζε ο πατέρας του και κατέβηκε στην κουζίνα. Καθώς κατέβαινε κάτω, κοίταξε επίμονα -όπως έκανε κάθε μέρα- την κορνίζα που υπήρχε πάνω στο τζάκι του σπιτιού και απεικόνιζε εκείνον αγκαλιά με τη μητέρα του, η οποία είχε πεθάνει πάνω στη γέννα της μικρής του αδερφής.

Βλέποντας τη φωτογραφία, μεταφερόταν σε εκείνη τη στιγμή, σε μία από τις αγαπημένες αναμνήσεις του, που τον είχε αγκαλιά η μαμά του και από πίσω βρισκόταν το παλιό τους τροχόσπιτο. Μία από τις λίγες αναμνήσεις που του είχαν απομείνει από εκείνη, καθώς μετά την απώλειά της παρουσίαζε αρκετά κενά μνήμης, τα οποία συνοδεύονταν από έντονους πονοκεφάλους για τους οποίους λάμβανε αγωγή. Το μοναδικό που θυμόταν έντονα από εκείνη ήταν η αγάπη της για τα ταξίδια και η υπόσχεση που του είχε δώσει όταν ήταν μικρός ότι θα ταξίδευαν τον κόσμο μαζί. Μια υπόσχεση που δεν πρόλαβε να εκπληρώσει. Πράγματι η φωτογραφία αυτή είχε τη δυνατότητα να συνεπαίρνει τον Ανδρέα και να τον ταξιδεύει στο παρελθόν. Προχωρώντας προς την κουζίνα, είδε τον πατέρα του να ετοιμάζει πρωινό στην Άννα, τη μικρή του αδερφή, η οποία τον καλημέρισε εύθυμα, αλλά ο Ανδρέας δεν απάντησε. Μισούσε την αδερφή του και δεν το έκρυβε. Άλλωστε στο μυαλό του ήταν η αιτία που έχασε τη μητέρα του. Θα προτιμούσε να είχε πεθάνει εκείνη και όχι η μαμά του, αλλά αυτή ήταν μια μύχια σκέψη του που δεν ήθελε να μοιραστεί με κανέναν. Όλος ο πόνος που ένιωθε μέσα του μετατρεπόταν σε θυμό, τον οποίο ξεσπούσε πάνω της.

Ο Ανδρέας δεν κάθισε για πρωινό. Έβαλε τα ακουστικά του, έριξε ένα επιδεικτικά απαθές βλέμμα στην αδερφή του και βγήκε από το σπίτι. Ο ήχος της πόρτας που έκλεινε πίσω του δεν του επέτρεψε να ακούσει το καλημέρισμα του πατέρα του.

«Κάθε πρωί τα ίδια», μουρμούρισε ο πατέρας του με δυσφορία και συνέχισε να τοποθετεί τα δημητριακά στο μπολ της Άννας.

Το σχολείο ήταν ένα μαρτύριο για τον Ανδρέα. Δεν ήταν κοινωνικός και η συναναστροφή του με τους συμμαθητές του ήταν άβολη για τον ίδιο. Είχε έναν και μοναδικό φίλο, τον Γρηγόρη. Ήταν οικογενειακοί φίλοι από μικροί καθώς οι μητέρες τους ήταν παιδικές φίλες. Τις περισσότερες καλοκαιρινές διακοπές οι δύο οικογένειες τις περνούσαν παρέα, επομένως είχαν κοινές εμπειρίες και κοινές αναμνήσεις.

Τα μαθήματα είχαν σχεδόν τελειώσει και την ώρα που ετοίμαζε την τσάντα του ο Ανδρέας για να φύγει, μπήκε στην αίθουσα ο Γρηγόρης. Του πρότεινε να έρθει στο σπίτι τους το μεσημέρι για φαγητό, αλλά ο Ανδρέας προσπαθούσε να αποφύγει τον πρότασή του όσο πιο ευγενικά μπορούσε. Ο Γρηγόρης, όμως, επέμενε και δεν έδωσε άλλη επιλογή στον Ανδρέα παρά να συμφωνήσει.

Όταν έφτασε σπίτι ο Ανδρέας, τον περίμεναν στο ίδιο τραπέζι όπου τους άφησε το πρωί ο πατέρας του και η αδερφή του.

«Καλώς τον! Έλα στο τραπέζι να φάμε. Σε περιμέναμε», είπε ο πατέρας του δείχνοντας την καρέκλα δίπλα του και ένα σερβίτσιο έτοιμο πάνω στο τραπέζι.

«Θα πάω για φαγητό στο σπίτι του Γρηγόρη», απάντησε ο Ανδρέας ενώ ταυτόχρονα έβγαζε τα ακουστικά και την τσάντα του.

Τότε ο Χρήστος σηκώθηκε από το τραπέζι και πλησίασε τον γιο του που βρισκόταν δίπλα στο τζάκι.

«Κάνε μου τη χάρη και πάρε και την Άννα μαζί σου. Μη μείνει μόνη της στο σπίτι. Εγώ πρέπει να φύγω στη δουλειά. Άλλωστε είναι ευκαιρία να έρθετε πιο κοντά. Αδέρφια είστε», ψιθύρισε σκυμμένος καθώς τοποθετούσε μερικά ξύλα μες στο τζάκι ώστε να μη σβήσει η φωτιά.

«Δεν είμαστε αδέρφια. Αν δεν υπήρχε αυτή, τώρα η μαμά θα ζούσε», αντέδρασε έντονα ο Ανδρέας, χτυπώντας με δύναμη την πόρτα πίσω του καθώς έβγαινε από το σπίτι.

Το μυαλό του Ανδρέα θόλωσε για άλλη μια φορά από θυμό, ο οποίος του προκαλούσε αυτούς τους αφόρητους πονοκεφάλους. Χαμένος στις σκέψεις του και γεμάτος ένταση δεν συνειδητοποίησε πόσο γρήγορα βρισκόταν έξω από το σπίτι του φίλου του. Στην πόρτα τον υποδέχτηκε η μητέρα του Γρηγόρη, η Κατερίνα.

Έκατσαν, λοιπόν, στο τραπέζι όλοι μαζί και συζητούσαν για το μέλλον των δύο νεαρών.

«Με τη φωτογραφία θες να ασχοληθείς, Ανδρέα; Ακούγεται πολύ ενδιαφέρον και καλλιτεχνικό.Θυμάμαι πως και η μητέρα σου είχε τρέλα με τις φωτογραφίες. Καθόταν με τις ώρες κι έβγαζε φωτογραφίες τα μέρη που επισκεπτόμασταν. Ήταν απίστευτη», είπε συγκινημένη η Κατερίνα, κάνοντας μια μικρή παύση για να πάρει μια βαθιά ανάσα.

«Θυμάσαι, Ανδρέα, τι της ζητούσες συνέχεια σε κάθε μας ταξίδι;»

«Δεν θυμάμαι. Τι ζητούσα;» στράφηκε απορημένος προς το μέρος της Κατερίνας ενώ ταυτόχρονα πλησίαζε το ποτήρι στο στόμα του για να πιει νερό.

«Αφού βγάζαμε την καθιερωμένη μας φωτογραφία, εσύ στρεφόσουν προς τη μητέρα σου και την παρακαλούσες να σου κάνει μια μικρή αδερφούλα.Της έδινες κάθε φορά την ίδια υπόσχεση. Έδινες το λόγο σου πως θα την προσέχεις και ότι θα ταξιδέψεις μαζί της σε όλο τον κόσμο», απάντησε με ένα αυθόρμητο χαμόγελο η Κατερίνα, το οποίο στη συνέχεια εξαφανίστηκε από το πρόσωπο της μόλις αφούγκραστηκε την αντίδραση του Ανδρέα που έδειχνε ταραγμένος.

Ο Ανδρέας σοκαρίστηκε από αυτή την αποκάλυψη της Κατερίνας. Σήκωθηκε απότομα από το τραπέζι.

«Με συγχωρείτε. Πρέπει να φύγω», αντέδρασε με νευρικό τόνο κι έφυγε βιαστικά από το σπίτι του Γρηγόρη.

Πράγματι θυμήθηκε πόσο επιθυμούσε μια μικρή αδερφή. Αγαπούσε τη μητέρα του και τον αγαπούσε και η ίδια. Τόσο που ακόμη και πριν αφήσει την τελευταία της πνοή, του πραγματοποίησε το όνειρό του.Του έδωσε μια αδερφή. Όλα πλέον άρχισαν να βγάζουν νόημα.

Όταν έστριψε στο στενό που οδηγούσε στο σπίτι του, ανασήκωσε το κεφάλι του και είδε έντονο μαύρο καπνό ψηλά στον ουρανό. Ήταν ο καπνός της φωτιάς που έκαιγε την οροφή του σπιτιού του. Μόλις αντίκρισε αυτό το θέαμα, πάγωσε. Με μια γρήγορη αναδρομή θυμήθηκε το τζάκι του σπιτιού τους, τη φουντωμένη φωτιά που έκαιγε δίπλα του όταν φώναξε έντονα στον πατέρα του, αλλά δεν θυμόταν να τοποθετεί ο πατέρας του το προστατευτικό του τζακιού. Σοκαρισμένος όπως ήταν, συνειδητοποίησε πως η Άννα ήταν μέσα στο σπίτι. Πανικός άρχισε να τον καταλαμβάνει κι έτρεξε προς το σπίτι που καιγόταν όλο και πιο γρήγορα. Οι γείτονες είχαν μαζευτεί γύρω από το σπίτι. Μόλις είχαν δει το συμβάν και την ώρα που κατέφθασε ο Ανδρέας, μια γυναίκα μιλούσε στο τηλέφωνο με την πυροσβεστική και τους φώναζε να βιαστούν. Ο Ανδρέας δεν μπορούσε να μείνει αδρανής. Μπήκε μέσα στο φλεγόμενο σπίτι για να σώσει την αδερφή του.

«Άννα! Άννα με ακούς;», ούρλιαζε ο Ανδρέας, αλλά δεν έλαβε απάντηση.

Συνέχισε να κατευθύνεται προς τον προθάλαμο του σπιτιού όπου εκεί ο καπνός άρχισε να τον πνίγει. Ανασήκωσε την μπλούζα του μέχρι τη μύτη του για να περιορίσει όσο γίνεται την εισπνοή καπνού και συνέχιζε να φωνάζει το όνομα της μικρής του αδερφής. Όμως, η Άννα δεν ανταποκρινόταν στις φωνές του αδερφού της.

Η φωτιά δυνάμωνε και επεκτεινόταν όλο και περισσότερο στο σπίτι. Ο Ανδρέας ήταν έτοιμος να χάσει τις αισθήσεις του από τις αναθυμιάσεις όταν ξαφνικά είδε στο τέλος του προθαλάμου το έντονο λευκό φόρεμα που φορούσε η Άννα εκείνη την ημέρα και ξεχώριζε μέσα στο μαύρο τοπίο που επικρατούσε. Σύρθηκε προς το μέρος της και την άρπαξε από τα πόδια για να τη φέρει κοντά του. Συνειδητοποίησε ότι ήταν λιπόθυμη. Την έβαλε στην αγκαλιά του και πάσχιζε να συρθεί μαζί της μέχρι την έξοδο. Τελικά τα κατάφερε. Στην έξοδο τους παρέλαβαν τα ασθενοφόρα. Τους μετέφεραν και τους δύο στο νοσοκομείο.

Όταν άρχισε να επανέρχεται και συνειδητοποιώντας πού βρίσκεται, σηκώθηκε από το κρεβάτι του κι έψαξε να βρει το δωμάτιο της Άννας. Τότε βγήκε από μια αίθουσα ένας γιατρός.

«Είσαι ήρωας, νεαρέ. Κινδύνεψες να χάσεις τη ζωή σου για την αδερφή σου», είπε ο γιατρός με περηφάνια στο βλέμμα του.

«Μπορώ να τη δω, γιατρέ;» απάντησε αναστατωμένος ο Ανδρέας.

Ο γιατρός σούφρωσε τα φρύδια του και χαμογέλασε. Ανασήκωσε το χέρι του και υπέδειξε στον Ανδρέα το δωμάτιο στο οποίο νοσηλευόταν η αδερφή του. Ο Ανδρέας τον κοίταξε στα μάτια με απόγνωση προσπαθώντας να λάβει μια απάντηση, αλλά ο γιατρός παρέμεινε σιωπηλός.

Μπήκε στο δωμάτιο της Άννας κι έκατσε στην καρέκλα δίπλα της. Άπλωσε το αριστερό του χέρι κι έσφιξε το δικό της μέσα στην παλάμη του και το κάλυψε από πάνω με το δεξί του χέρι.

«Κάνε, Θεέ μου, να ξυπνήσει και σου υπόσχομαι πως εγώ και η αδερφή μου θα κάνουμε μια νέα αρχή. Θα την αγαπώ και θα την προσέχω. Όπως ακριβώς υποσχέθηκα και στη μαμά…»

«Αυτό το κρατούσε η αδερφή σου στα χέρια της όταν την παραλάβαμε», τον διέκοψε ευγενικά ο γιατρός, ακουμπώντας τον στοργικά στους ώμους.

Με δάκρυα στα μάτια ανασήκωσε το κεφάλι του και αντίκρισε τι είχε τοποθετήσει στα χέρια του ο γιατρός. Ήταν η κορνίζα με τη φωτογραφία που απεικόνιζε εκείνον και τη μητέρα του αγκαλιά έξω από το τροχόσπιτο.

Την ίδια στιγμή ένιωσε το χέρι της Άννας να αγγίζει και να χαϊδεύει το δικό του.

Σχετικά άρθρα


Αποτελέσματα Λογοτεχνικού Διαγωνισμού «Μια νέα αρχή»

Αποτελέσματα Λογοτεχνικού Διαγωνισμού «Μια νέα αρχή»

Διαβάστε τα ανατρεπτικά αποτελέσματα του λογοτεχνικού διαγωνισμού "Μια νέα αρχή". Περισσότερα

  • 9

Σχετικά προϊόντα


Κάθε λεπτό μετράει

Κάθε λεπτό μετράει

Στο άκουσμα των χτύπων της καρδιάς μας και στον απόηχο των δεικτών του ρολογιού μια αλήθεια αναδύεται γνήσια και αυθεντική πέρα από το χρόνο: κάθε λεπτό της ζωής μας πραγματικά μετράει! Κάθε ανάσα, κάθε ήχος, κάθε εικόνα είναι ξεχωριστά. Κάθε άγγιγμα

14,40€ 16,00€